[1] Οἱ γὰρ Κερκυραῖοι ἐστασίαζον, ἐπειδὴ οἱ αἰχμάλωτοι ἦλθον αὐτοῖς οἱ ἐκ τῶν περὶ Ἐπίδαμνον ναυμαχιῶν ὑπὸ Κορινθίωνἀφεθέντες, τῷ μὲν λόγῳ ὀκτακοσίων ταλάντων τοῖς προξένοις διηγγυημένοι, ἔργῳ δὲ πεπεισμένοι Κορινθίοις Κέρκυραν προσποιῆσαι. Kαὶ ἔπρασσον οὗτοι, ἕκαστον τῶν πολιτῶν μετιόντες, ὅπως ἀποστήσωσιν Ἀθηναίων τὴν πόλιν.
[2] Kαὶ ἀφικομένης Ἀττικῆς τε νεὼς καὶ Κορινθίας πρέσβεις ἀγουσῶν καὶ ἐς λόγους καταστάντων ἐψηφίσαντο ΚερκυραῖοιἈθηναίοις μὲν ξύμμαχοι εἶναι κατὰ τὰ ξυγκείμενα, Πελοποννησίοις δὲ φίλοι ὥσπερ καὶ πρότερον. [3] Kαὶ (ἦν γὰρ Πειθίαςἐθελοπρόξενός τε τῶν Ἀθηναίων καὶ τοῦ δήμου προειστήκει) ὑπάγουσιν αὐτὸν οὗτοι οἱ ἄνδρες ἐς δίκην, λέγοντες Ἀθηναίοις τὴν Κέρκυραν καταδουλοῦν.
[4] Ὁ δὲ ἀποφυγὼν ἀνθυπάγει αὐτῶν τοὺς πλουσιωτάτους πέντε ἄνδρας, φάσκων τέμνειν χάρακας ἐκ τοῦ τε Διὸς τοῦτεμένους καὶ τοῦ Ἀλκίνου· ζημία δὲ καθ᾽ ἑκάστην χάρακα ἐπέκειτο στατήρ. [5] Ὀφλόντων δὲ αὐτῶν καὶ πρὸς τὰ ἱερὰ ἱκετῶν καθεζομένων διὰ πλῆθος τῆς ζημίας, ὅπως ταξάμενοι ἀποδῶσιν, ὁ Πειθίας (ἐτύγχανε γὰρ καὶ βουλῆς ὤν) πείθει ὥστε τῷνόμῳ χρήσασθαι.
[6] Οἱ δ᾽ ἐπειδὴ τῷ τε νόμῳ ἐξείργοντο καὶ ἅμα ἐπυνθάνοντο τὸν Πειθίαν, ἕως ἔτι βουλῆς ἐστί, μέλλειν τὸ πλῆθος ἀναπείσειν τοὺς αὐτοὺς Ἀθηναίοις φίλους τε καὶ ἐχθροὺς νομίζειν, ξυνίσταντό τε καὶ λαβόντες ἐγχειρίδια ἐξαπιναίως ἐς τὴν βουλὴνἐσελθόντες τόν τε Πειθίαν κτείνουσι καὶ ἄλλους τῶν τε βουλευτῶν καὶ ἰδιωτῶν ἐς ἑξήκοντα· οἱ δέ τινες τῆς αὐτῆς γνώμης τῷΠειθίᾳ ὀλίγοι ἐς τὴν Ἀττικὴν τριήρη κατέφυγον ἔτι παροῦσαν.
Οι Κερκυραίοι βρίσκονταν σε εμφύλια διαμάχη απ’ όταν γύρισαν σ’ αυτούς οι αιχμάλωτοι από τις ναυμαχίες γύρω στην Επίδαμνο, αφού αφέθηκαν ελεύθεροι από τους Κορινθίους∙ φαινομενικά επειδή οι πρόξενοι είχαν δώσει εγγύηση οκτακόσια τάλαντα, στην πραγματικότητα όμως επειδή τους είχαν πείσει οι Κορίνθιοι να φέρουν την Κέρκυρα με το μέρος τους. Κι αυτοί ραδιουργούσαν πλησιάζοντας κάθε πολίτη χωριστά, για να τους κάνουν ν’ αποστατήσει η πόλη από τους Αθηναίους (από την άμεση επιρροή της Αθήνας).
Έφτασε τότε ένα αθηναϊκό καράβι κι ένα κορινθιακό, που έφερναν πρέσβεις, κι αφού ήρθαν σε διαπραγματεύσεις, οι Κερκυραίοι αποφάσισαν να μείνουν σύμμαχοι των Αθηναίων σύμφωνα με την ισχύουσα συνθήκη, και να διατηρήσουν φιλικές σχέσεις με τους Πελοποννησίους, όπως και πριν. Αλλά τον Πειθία, που ήταν εθελοντής πρόξενος των Αθηναίων και αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης, τον παρέπεμψαν αυτοί οι άνδρες (οι ολιγαρχικοί, οι πρώην αιχμάλωτοι των Κορινθίων) σε δίκη με την κατηγορία ότι προσπαθούσε να υποδουλώσει την Κέρκυρα στους Αθηναίους.
Αυτός, αφού αθωώθηκε, έκανε αντιμήνυση στους πέντε πιο πλούσιους από αυτούς, κατηγορώντας τους πως είχαν κόψει βέργες (για στήριγμα των κλημάτων των αμπελιών) από τα ιερά τεμένη του Δία και του Αλκίνοου∙ πρόστιμο για κάθε βέργα ήταν ένας στατήρας. Κι όταν αυτοί καταδικάστηκαν να πληρώσουν το πρόστιμο, πήγαν και κάθισαν ικέτες στα ιερά, επειδή το χρηματικό πρόστιμο ήταν πολύ βαρύ, για να το πληρώσουν ύστερα από συμφωνία για το ύψος του (για να το πληρώσουν με δόσεις)∙ ο Πειθίας, που ήταν και μέλος της βουλής, την έπεισε να εφαρμόσει πιστά το νόμο.
Εκείνοι (οι ολιγαρχικοί που είχαν καταδικαστεί) επειδή αποκλείονταν από το νόμο (ο νόμος, δηλαδή, απαγόρευε την πληρωμή του επιδικασμένου ποσού με δόσεις) και αφού πληροφορήθηκαν ότι ο Πειθίας, όσο ήταν ακόμη βουλευτής, είχε σκοπό να μεταπείσει τους πολίτες να έχουν τους ίδιους φίλους και εχθρούς με τους Αθηναίους (να κάνουν αμυντική και επιθετική συμμαχία με τους Αθηναίους), συνωμότησαν και αφού πήραν μαχαίρια, μπαίνουν ξαφνικά στη βουλή και σκοτώνουν τον Πειθία κι άλλους εξήντα από τους βουλευτές και τους πολίτες. Αυτοί που ήταν ομοϊδεάτες με τον Πειθία, λίγοι, κατέφυγαν στο αθηναϊκό καράβι που ήταν ακόμη εκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το σχόλιο σας θα δημοσιευτεί μετά από έγκριση του διαχειριστή. Ευχαριστούμε!