Ασκήσεις Γραμματικής
1.
ὑπισχνοῦμαι, ἀπεφηνάμην, πέφασμαι, ἠνεγκον:
Να γίνει εγκλιτική αντικατάσταση στο β’ ενικό πρόσωπο.
2.
προύθηκα, ἀπέδωκα, ἀφῆκα, άφίστημι: Να
γραφεί η δοτική πληθυντικού της μετοχής αρσενικού γένους όλων των χρόνων στην
ίδια φωνή
3.
τυγχάνοι, ὑπισχνοῖτο, φαῖνε, ἀποφαίνοιτο: Να
γίνει χρονική αντικατάσταση
4.
σφάλλῃ (οριστική), σωθεῖεν, ἐστράφης,
ταράττου: Να γίνει χρονική αντικατάσταση
5.
σφήλαι, σφάλλοιο, τεῖναι, τέμνοις: Να γίνει
χρονική αντικατάσταση
6.
πεύσοιντο, ῥώννυσαι, πλεύσεσθαι, σκεδάσαι:
Να γίνει χρονική αντικατάσταση
7.
σκοποῦμαι, σπένδομαι, στέλλομαι, στρέφομαι: Να
γραφούν α. το β’ενικό πρόσωπο προστακτικής όλων των χρόνων, β. ο ενικός αριθμός
της οριστικής παρακειμένου και γ. το απαρέμφατο παρακειμένου
8.
τεταχέναι, τάξοιντο, τείναι, ταθῇ: Να γίνει
χρονική αντικατάσταση
9.
πληροῖ (οὗτος), πληροῖ (σύ): Να γίνει
εγκλιτική αντικατάσταση
10.
ὀνίναμαι, πίμπλαμαι: Να γραφεί το β΄ενικό πρόσωπο
όλων των εγκλίσεων του ενεστώτα
Απαντήσεις
1. ὑπισχνῇ, ὑπισχνοῖο,
ὑπισχνοῦ - ἀπεφήνω, ἀποφήνῃ, άποφήναιο, ἀπόφηναι –πέφανσαι, πεφασμένος ᾖς,
πεφασμένος εἴη, πέφανσο - ἤνεγκες, ένέγκῃς, ἐνέγκοις, ἔνεγκε
2. προτιθεῖσι,
προθήσουσι, προθεῖσι, προτεθεικόσι - ἀποδιδοῦσι, άποδώσουσι, άποδοῦσι, ἀποδεδωκόσι
-ἀφιεῖσι, ἀφήσουσι, ἀφεῖσι, ἀφεικόσι-ἀφιστᾶσι, άποστήσουσι, ἀποστήσασι
3. τυγχάνοι,
τεύξοιτο,τύχοι, τετυχήκοι (-κώς εἴη) - ὑπισχνοῖτο, ὑποσχήσοιτο, ὑπόσχοιτο, ὑπεσχημένος
εἴη – φαῖνε, φῆνον, πεφαγκώς ἴσθι- άποφαίνοιτο, ἀποφανοῖτο|ἀποφανήσοιτο,
άποφήναιτο|ἀποφανείη, ἀποπεφασμένος (ἀποπεφηνώς) εἴη.
4. σφάλλῃ
(-ει), ἐσφάλλου, σφαλῇ(-εῖ),| σφαλήσῃ, ἐσφάλης, ἔσφαλσαι, ἐσφάλσο – σώζοιντο,
σώσοιντο|σωθήσοιντο, σώσαιντο|σωθεῖεν, σεσωσμένοι & σεσωμένοι εἶεν – στρέφῃ
(-ει), ἐστρέφου, στρέψῃ(-ει)|στραφήσῃ, ἐστρέψω, παθ. α’ ἐστρέφθης, παθ. β’ἐστράφης,
ἔστραψαι, ἐστράψο – ταράττου, ταράχθητι, τετάραξο
5. σφάλλοι,
σφαλοῖ (-οίη), σφήλαι, ἐσφάλκοι (-κώς εἴη) – σφάλλοιο, σφαλοῖο|παθ. σφαλήσοιο,
σφαλείης|σφάλοιο, ἐσφαλμένος εἴης – τείνειν, τενεῖν, τεῖναι, τετακέναι –
τέμνοις, τεμοῖς(-οίης), τέμοις, τετμήκοις (-κώς εἴης)
6. πυνθάνοιντο,
πεύσοιντο, πύθοιντο, πεπυσμένοι εἶεν -ῥώννυσαι, ἐρρώνυσο(όχι δόκιμος), ῥωσθήσῃ
(-ει), ἐρρώσθης, ἔρρωσαι, ἔρρωσο –πλεῖν, πλεύσεσθαι|πλευσεῖσθε|πλεύσειν, πλεῦσαι,
πεπλαυκέναι- σκεδαννύναι, σκεδᾶν|σκεδάσειν, σκεδάσαι
7. σκοποῦ,
σκέψαι, ἔσκεψο - ἔσκεμμαι, ἔσκεψαι, ἔσκεπται - ἐσκέφθαι |σπένδου, σπεῖσαι(σπείσθητι),
ἔσπεισο -ἔσπεισμαι, ἔσπεισαι, ἔσπεισται -ἐσπεῖσθαι| στέλλου,
στεῖλαι (στάληθι), ἔσταλσο, ἔσταλμαι, ἔσταλσαι, ἔσταλται, ἔσταλθαι|στρέφου, στρέψαι, παθ. α’ στρέφθητι,
παθ. β’ στράφηθι, ἔστραψο - ἔστραμμαι, ἔστραψαι, ἔστραπται - ἐστράφθαι
8. τάττειν, τάξειν,
τάξαι, τεταχέναι – τάττοιντο, τάξοιντο, παθ. ταχθήσοιντο, τάξαιντο, παθ. ταχθεῖεν,
τεταγμένοι εἶεν – τείνοι, τενοῖ (-οίη), τείναι, τετακώς εἴη –τείνηται, τείνητα,
παθ. ταθῇ, τεταμένος ᾖ
9. πληροῖ,
πληροῖ, πληροῖ (οίη), πληροῦτω (ενεργ.) | πληροῖ, πληροῖ, πληροῖο, πληρούσθω (μέσο)
10. ὀνίνασαι,
ὀνίνῃ, ὀνίναιο, ὀνίνασο (κατά Σταματάκο ὀνινῇ, ὀνιναῖο) –πίμπλασαι,
πιμπλῇ, πιμπλαῖο, πίμπλασο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το σχόλιο σας θα δημοσιευτεί μετά από έγκριση του διαχειριστή. Ευχαριστούμε!